Bουβωνοκήλη είναι η πρόπτωση μέρους ενός ενδοκοιλιακού σπλάχνου (συνήθως του λεπτού εντέρου ή προπεριτοναϊκού λίπους), η οποία εμφανίζεται ανάμεσα στο μηρό και το υπογάστριο και ακριβέστερα στην περιοχή του δεξιού ή του αριστερού βουβωνικού πόρου. Είναι η πλέον γνωστή μορφή κήλης και από τις πιο συχνές χειρουργικές παθήσεις
Η βουβωνοκήλη δημιουργείται πολύ συχνότερα σε άνδρες από ό,τι σε γυναίκες. Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία και είναι είτε συγγενής (εκ γενετής) είτε επίκτητη (εμφανίζεται μεγαλώνοντας).
Οι περισσότερες βουβωνοκήλες οφείλονται σε εκ γενετής αιτίες, όπως π.χ. ευρύ εσωτερικό στόμιο του βουβωνικού πόρου ή διαταραχή της λειτουργίας του κολλαγόνου του συνδετικού ιστού της περιοχής.
Από τις επίκτητες αιτίες εμφάνισης βουβωνοκήλης η συνηθέστερη είναι η αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση, που αναπτύσσεται από παχυσαρκία, έντονο βήχα, δυσκοιλιότητα, υπερτροφία προστάτη, βαριά σωματική άσκηση, άρση βαρέων αντικειμένων, εγκυμοσύνη κ.α.
Η διάγνωση της βουβωνοκήλης είναι απλή υπόθεση, επειδή τα τυπικά συμπτώματά της εντοπίζονται εύκολα και γίνεται με κλινική εξέταση του ασθενούς. Συνήθως αναπτύσσεται μία τοπική διόγκωση στη βουβωνική περιοχή με εμφάνιση πόνου, άλλοτε ήπιου και άλλοτε εντονότερου, ο οποίος επιδεινώνεται με το γέλιο, το βήχα ή κατά τη σωματική άσκηση. Σπανίως, εμφανίζεται μόνο πόνος χωρίς τοπική διόγκωση. Σε αμφίβολες περιπτώσεις βοηθάει ο έλεγχος της περιοχής με υπέρηχο, αξονική ή μαγνητική τομογραφία.
Όταν η βουβωνοκήλη διαγνωστεί, πρέπει συντόμως να αντιμετωπιστεί καταλλήλως, αφού σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκατασταθεί από μόνη της, χειροτερεύει με το χρόνο και εγκυμονεί ο κίνδυνος της “περίσφιξης”. O ειδικός χειρουργός θα κρίνει εάν η βουβωνοκήλη είναι “ανατάξιμη”, δηλαδή αναστρέψιμη, ή “μη ανατάξιμη”. Πράγματι σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατόν ο γιατρός,ή ακόμη και ο ίδιος ο ασθενής, να επαναφέρει τοπεριεχόμενο της κήλης στη σωστή του θέση εντός της κοιλιάς, οπότε η κήλη εξαφανίζεται μεν, όμως πάντα παροδικά. Το πρόβλημα δεν λύνεται οριστικά, επειδή είναι πολύ πιθανό να εμφανιστεί ξανά χειρότερο και μάλιστα με αυξημένο τον κίνδυνο περίσφιξης. Η περίσφιξη είναι μία κατάσταση πλημμελούς αιμάτωσης της περιοχής, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε νέκρωση του εξερχόμενου οργάνου (εντέρου) και να θέσει σε κίνδυνο μέχρι και τη ζωή του ασθενούς. Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται επείγουσα χειρουργική αντιμετώπιση.
Μη ανατάξιμη βουβωνοκήλη σημαίνει ότι δεν μπορεί να αναταχθεί με χειρισμούς και επομένως πρέπει οπωσδήποτε να ακολουθήσει σύντομα και προγραμματισμένα χειρουργική αποκατάσταση της βουβωνοκήλης.
Οι ασθενείς πρέπει να έχουν υπόψιν τους ότι:
- Η βουβωνοκήλη οφείλεται σε μηχανικά αίτια,γι'αυτό ΠΟΤΕ δεν υποχωρεί ή δεν υποστρέφει από μόνη της, αλλά ΠΑΝΤΑ έχει προοδευτικά επιδεινούμενη εξέλιξη.
- Η θεραπεία είναι ΜΟΝΟ χειρουργική. Δεν υπάρχει καμία φαρμακευτική θεραπεία, αντίθετα τα παυσίπονα «κουκουλώνουν» το πρόβλημα, κάνοντας ακόμη πιο επικίνδυνη την κήλη. Επίσης οι κηλεπίδεσμοι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται, γιατί δυσκολεύουν την χειρουργική επέμβαση, αφού μετά από κάποιο χρονικό διάστημα αδυνατίζουν τα κοιλιακά τοιχώματα ή δημιουργούν συμφύσεις.
- Σε περίπτωση περίσφιξης η χειρουργική επέμβαση αλλάζει χαρακτήρα και από απλή επέμβαση μετατρέπεται σε πολύ πιο σύνθετο χειρουργείο, το οποίο μπορεί να απαιτήσει μέχρι και εκτομή του νεκρωμένου εντέρου. Έτσι, ο ασθενής που παραμέλησε την κήλη του θα νοσηλευθεί με πολλούς κινδύνους για αρκετές ημέρες σε αντίθεση με τη νοσηλεία μιας ημέρας σε απλή κήλη.
- Κατά συνέπεια, η χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση μιας κήλης είναι προληπτική, με σκοπό να προλάβουμε τις επιπλοκές της νόσου.
Χειρουργική αποκατάσταση της βουβωνοκήλης σημαίνει να διασφαλισθεί χειρουργικά η ανάταξή της και να ακολουθήσει κατάλληλο κλείσιμο του ανοίγματος (χάσματος) του κοιλιακού τοιχώματος που επέτρεψε την έξοδο του εντέρου (οργάνου) από την κοιλιά, έτσι ώστε η κήλη να μην εμφανιστεί ξανά. Για το ασφαλές και μόνιμο κλείσιμο του ανοίγματος σήμερα έχει γίνει πλέον παγκοσμίως αποδεκτή η χρήση ειδικών συνθετικών πλεγμάτων, πολύ φιλικών στους ιστούς της περιοχής και χωρίς να γίνεται εκ των υστέρων αισθητή η ύπαρξή τους εντός του οργανισμού.
Εκτός από τις ανοιχτές επεμβάσεις τα τελευταία χρόνια εφαρμόζονται και οι λαπαροσκοπικές επεμβάσεις (TEP η TAP) αποκατάστασης της βουβωνοκήλης, από ειδικά εκπαιδευμένους χειρουργούς με πολύ καλά αποτελέσματα, γρηγορότερη ανάρρωση και επάνοδο του ασθενή στην εργασία του.
Η χειρουργική αποκατάσταση της κήλης μπορεί να γίνει και με τοπική νάρκωση. Η επέμβαση γίνεται με μία πολύ μικρή τομή 3-4 cm στο τριχωτό του εφηβαίου, η οποία μετά το χειρουργείο δεν αναγνωρίζεται. Τη ίδια μέρα ο ασθενής επιστρέφει σπίτι του, ενώ μπορεί να επανέλθει πλήρως στις φυσιολογικές δραστηριότητες και στην εργασία του εντός ολίγων ημερών.
Όπως σε κάθε χειρουργείο, μπορούν θεωρητικά να υπάρξουν επιπλοκές και κίνδυνος επιμόλυνσης, αιμορραγίας, βλάβης σε νεύρα, φλεβική θρόμβωση ή εμφάνιση υποτροπής (να εμφανιστεί ξανά η κήλη). Ωστόσο, το ποσοστό υποτροπής είναι σχετικά μικρό και διαφέρει ανάλογα με τη μέθοδο και την εμπειρία του χειρουργού. Η αποκατάσταση της κήλης από έναν έμπειρο χειρουργό με τη χρήση σύγχρονων επεμβατικών μεθόδων είναι ένα ασφαλές χειρουργείο.