Ο καρκίνος του ήπατος είναι ένας όγκος που εμφανίζεται αρχικά στον ιστό του ήπατος. Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι, ανάλογα με τον τύπο των καρκινικών κυττάρων.
Το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα (90%) είναι ο πιο συχνός τύπος και ξεκινάει από τα ηπατοκύτταρα, τα κύτταρα του ήπατος.
Ένας σπάνιος τύπος είναι το ινοπεταλλιώδες (fibrolumellar) καρκίνωμα. Είναι συνήθως καλά οριοθετημένο σε σχέση με το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα, που αναπτύσσεται πιο διηθητικά. Αντιμετωπίζεται όπως το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα.
Άλλοι τύποι καρκίνου είναι όγκοι που αναπτύσσονται στο ήπαρ αλλά προέρχονται από άλλα όργανα, όπως το παχύ έντερο, το στομάχι ή οι ωοθήκες, και ονομάζονται ηπατικές μεταστάσεις.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Η κυριότερη αιτία είναι η κίρρωση του ήπατος. Στην κίρρωση ο φυσιολογικός ιστός του ήπατος αντικαθίσταται σταδιακά από ινώδη ιστό και τα ηπατικά κύτταρα δεν αναπτύσσονται και δεν λειτουργούν φυσιολογικά.
- Παράγοντες κινδύνου που προκαλούν κίρρωση είναι:
- Χρόνια λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Β ή της ηπατίτιδας C
- Μακροχρόνια κατάχρηση αλκοόλ
- Κληρονομικές παθήσεις του ήπατος όπως η αιμοχρωμάτωση και η έλλειψη α1 αντιθρυψίνης
- Η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος και η μη αλκοολική στεατοηπατίτιδα
Υπάρχουν άλλες λιγότερο συχνές παθήσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο, όπως η αυτοάνοση ηπατίτιδα, η σκληρυντική χολαγγείτιδα και η νόσος του Wilson.
Επίσης η έκθεση σε τοξικούς παράγοντες (στεροειδή αναβολικά, αντισυλληπτικά) και η λήψη τροφίμων επιμολυσμένων με αφλατοξίνη (παράγεται από μύκητα που αναπτύσσεται στους ξηρούς καρπούς και το ρύζι).
Η λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Α και C μπορεί να προκαλέσει καρκίνο χωρίς να προηγηθεί κίρρωση του ήπατος.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Ο καρκίνος του ήπατος συνήθως δε δίνει συμπτώματα στα αρχικά στάδια και ο πιο κοινός τρόπος εκδήλωσής του είναι η ανεύρεση μάζας σε τυχαίο απεικονιστικό έλεγχο που γίνεται για άλλο λόγο.
Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται όταν ο καρκίνος έχει προχωρήσει και αυξηθεί σε μέγεθος και είναι: άλγος του δεξιού υποχονδρίου, απώλεια βάρους, ανορεξία, κακουχία και ίκτερος.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η κύρια μέθοδος διάγνωσης είναι το υπερηχογράφημα, ιδιαίτερα όταν συνδυαστεί με νεότερες τεχνικές (doppler, real time us).
Άλλες διαγνωστικές απεικονιστικές μέθοδοι, όπως οι διάφορες μορφές αξονικής τομογραφίας CT και μαγνητικής τομογραφίας MRI και το PET scan, είναι χρήσιμες τόσο στη διάγνωση όσο και στον καθορισμό του πλάνου της χειρουργικής επέμβασης. Η MRI έχει ξεπεράσει την CT όσο αφορά την ευαισθησία και την ικανότητα χαρακτηρισμού ενός όγκου του ήπατος.
Η διαδερμική βιοψία ήπατος προσφέρει ελάχιστα στην τελική διάγνωση όταν όλες οι άλλες εξετάσεις είναι ενδεικτικές. Όμως είναι πολύ χρήσιμη σε περιπτώσεις που η διάγνωση είναι αμφίβολη και σ' αυτές που συνυπάρχει κίρρωση του ήπατος.
Από τις εξετάσεις του αίματος απαραίτητες είναι οι λειτουργικές δοκιμασίες του ήπατος (δείχνουν πόσο καλά λειτουργεί το ήπαρ), οι εξετάσεις ηπατίτιδας, που δείχνουν αν ο ασθενής πάσχει ή έχει περάσει κατά το παρελθόν και είναι φορέας ηπατίτιδας Β ή C, και τέλος οι καρκινικοί δείκτες, που είναι ενδεικτικοί της παρουσίας καρκίνου του ήπατος.
Ο πιο σημαντικός καρκινικός δείκτης είναι η α-εμβρυϊκή σφαιρίνη (AFP) η οποία είναι αυξημένη στο 50-70% των περιπτώσεων πρωτοπαθούς καρκίνου του ήπατος.
Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση βοηθά στην ανίχνευση περιτοναϊκής ή εξωηπατικής διασποράς, για να εξακριβωθεί εάν το υγιές τμήμα του ήπατος είναι κιρρωτικό και για τη λήψη βιοψιών υπό άμεση όραση.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η θεραπευτική προσέγγιση εξαρτάται από το στάδιο της νόσου (δηλαδή την έκτασή της), την κατάσταση του ήπατος (πόσο καλά λειτουργεί), δεδομένου ότι οι περισσότεροι καρκίνοι αναπτύσσονται σε έδαφος κίρρωσης του ήπατος, τη βιολογική ηλικία (όχι την πραγματική αλλά την ποιότητα της υγείας για τη δεδομένη ηλικία) και τη γενική κατάσταση του ασθενούς.
Ο σχεδιασμός της θεραπείας απαιτεί την εμπλοκή μιας διεπιστημονικής ογκολογικής ομάδας επαγγελματιών υγείας, που ονομάζεται ογκολογικό συμβούλιο.
Λόγω της φύσης της πάθησης δεν υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος θεραπείας. Κοινή συνισταμένη όμως όλων των πρωτοκόλλων στη θεραπεία του ηπατοκυτταρικού καρκίνου αποτελεί η χειρουργική εξαίρεση του όγκου.
Χειρουργικές επεμβάσεις αποτελούν η εκτομή του όγκου με συναφαίρεση τμήματος του ήπατος που λέγεται μερική ηπατεκτομή και η ηπατεκτομή με μεταμόσχευση του ήπατος. Ατυχώς πολλοί ασθενείς με ηπατοκυτταρικό καρκίνο δεν δύνανται να είναι υποψήφιοι για ηπατεκτομή γιατί το μέγεθος του όγκου, η διήθηση ή η θρόμβωση μειζόνων αγγειακών στελεχών δεν το επιτρέπουν ή λόγω του γεγονότος ότι η λειτουργικότητα του εναπομείναντος ήπατος λόγω κίρρωσης δεν επαρκεί.
Το δεύτερο είδος θεραπείας είναι η τοπική καταστροφή του όγκου με χημικά ή φυσικά μέσα. Τέτοιου είδους θεραπείες είναι η θερμική καταστροφή με ραδιοσυχνότητες (RFA), μικροκύματα (HIFU) ή κρυοθεραπεία και η διαδερμική έγχυση αλκοόλης ή acetic acid.
Συντηρητικές μέθοδοι αντιμετώπισης της νόσου είναι ο χημειοεμβολισμός μέσω καθετηριασμού της ηπατικής αρτηρίας (TACE), ο εμβολιασμός με χρήση μικρών σφαιριδίων εμπλουτισμένων με δοξυρουβικίνη (χημειοθεραπευτικό) και ο ραδιοεμβολισμός με μικροσφαιρίδια Ιωδίου 131 ή Υτρίου 90.
Η συστηματική χημειοθεραπεία έχει ανταπόκριση μόνο σε ποσοστό περίπου 25% των ασθενών με ανεγχείρητο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Διάφορα χημειοθεραπευτικά σχήματα έχουν χρησιμοποιηθεί, όπως το XELOX (συνδυασμός καπεσιταβίνης και οξυπλατίνης) και το GEMOX (συνδυασμός γεμσιταβίνης και οξαλιπλατίνης) που σταματούν ή επιβραδύνουν την ανάπτυξη του όγκου. Πιο σύγχρονα φάρμακα είναι το sorafenib (Nexavar) που είναι αναστολέας των κινασών όπως και το lenbatinib (Lenvima).
Η ακτινοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση ενός μεγάλου όγκου με λίγους δορυφόρους (μικρότερους όγκους γύρω από αυτόν) και ένα επαρκές τμήμα υγιούς ήπατος να διασωθεί.